Ένα μικρό αφιέρωμα για τον
σπουδαιότερο καλλιτέχνη-και πρωτεργάτη-της ελληνικής Rock, Παύλο Σιδηρόπουλο...
Ο Παύλος γεννήθηκε στις 27
Ιουλίου του 1948(άλλες πηγές αναφέρουν 20 ή 28) στην Κυψέλη, με πατέρα τον
Κωνσταντίνο και μητέρα την Ιωάννα(Τζένη)... Ο πατέρας του ήταν μετανάστης από
τον Πόντο, ενώ ήταν δισέγγονος του Ζορμπά από την πλευρά της μητέρας του. Τα
πρώτα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στη Θεσσαλονίκη, όπου μεγάλωσε μέχρι τα 7
του χρόνια, ενώ μετά και τη γέννηση της αδερφής του Μελίνας, η οικογένεια του
έφυγε για να εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα και συγκεκριμένα στα Πατήσια. Χωρίς
ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρους του και με μόνο του εφόδιο το μυαλό του,
καταφέρνει να περάσει στο Μαθηματικό τμήμα του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.
Το
ενδιαφέρον του για την τέχνη φυσικά είχε ξεκινήσει από την εφηβεία του, όπου
διάβαζε ποίηση, με αδυναμία στον Οδυσσέα Ελύτη και άκουγε τους δίσκους των
Animals και Rolling Stones....«Κάθε μουσικό άκουσμα άγγιζε την ψυχή του
μικρού Παυλάκη. Νανουριζόταν κάνοντας κούνια πάνω στο μικρό του αλογάκι που το
κινούσε με απίστευτο ρυθμό πάνω στη μελωδία που σιγοτραγουδούσε μόνος του»,
διηγιόταν η μητέρα του.
Αρχικά
προσπάθησε να μάθει να παίζει ντραμς, όμως τα μυστικά της κιθάρας ήταν πολύ πιο
ενδιαφέροντα για εκείνον κι έτσι στράφηκε στον λατρεμένο του,για τα υπόλοιπα
χρόνια της ζωής του, φίλο...
Τα
φοιτητικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη καθόρισαν και την μετέπειτα πορεία του ως
καλλιτέχνη, καθώς εκεί γνώρισε και συγκατοίκησε με τον Βαγγέλη Γερμανό, ο
οποίος ήδη ήξερε να παίζει κιθάρα και τον μύησε ακόμη περισσότερο... Αργότερα
και αφού είχε φτάσει στο 3ο έτος των σπουδών του, παράτησε τη σχολή του,καθώς
ήταν η περίοδος της δικτατορίας και ο Παύλος, έχοντας ήδη σχηματίσει μια
αριστερή φιλοσοφία δεν μπορούσε να δεχτεί το γεγονός πως οι γνώσεις που δεχόταν
στο Πανεπιστήμιο ήταν περιορισμένες και καθορισμένες, καθώς και το ότι πολλοί
καθηγητές και συμφοιτητές του διώκονταν ως αντικαθεστωτικοί... Παρ'όλα αυτά
παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη, παρακολουθούσε πολλές συναυλίες και ασχολούνταν με την
συγγραφή των πρώτων του στίχων...
Κι
ενώ το αρχικό του όνειρο ήταν να γίνει ποιητής -και μάλιστα με ψευδώνυμο
"Παύλος Αστέρης"- κάτι στην μελωδία και την αρμονία της Rock μουσικής
τον τραβούσε κοντά της...
Το
1970 παρακολουθεί τη συναυλία των Olympians στη Θεσσαλονίκη και γνωρίζει τον
εκπληκτικό κιθαρίστα Παντελή Δεληγιαννίδη,για τον οποίο αργότερα θα πει : «Ξεχώριζε ο άνθρωπος, δεν είχε
καμία δουλειά με τον Πασχάλη και τους υπόλοιπους». Tον
πείθει και κατεβαίνουν μαζί στην Αθήνα, μένοντας στο πατρικό σπίτι του...Δεν
αργούν να σχηματίσουν συγκρότημα, ονόματι "Δάμων και Φιντίας", στο
οποίο ο Παύλος έγραφε τους στίχους και ο Παντελής τη μουσική. Όπως έχει πει ο
ίδιος ο Παύλος, το τραγούδι για εκείνον δεν ήταν τόσο "τέχνη", όσο
ένας τρόπος να εκφράσει την επαναστατικότητα του, βασισμένος μόνο στην ορμή και
το πάθος του...«Η μουσική που με αντιπροσώπευε, μέσα από τα προσωπικά μου
βιώματα και γενικά τον τρόπο ζωής μου, ήταν το Ροκ εν Ρολ»...
Μέσα
στον επόμενο χρόνο καταφέρνουν να ηχογραφήσουν την πρώτη τους δουλειά, έναν
μικρό δίσκο 45 στροφών που περιείχε τα τραγούδια "Ξέσπασμα" και "Ο κόσμος τους",
τραγούδι το οποίο έγραψε σε μια διαδρομή Θεσσαλονίκη-Αθήνα, εμπνευσμένος από το
ύφος των συνεπιβατών του...
Σε
συνέχεια αυτού του δίσκου, ακολούθησαν αρκετές ζωντανές εμφανίσεις του
εκπληκτικού αυτού ζευγαριού στο ιστορικό κέντρο Κύτταρο..Μαζί με άλλους
καλλιτέχνες της εποχής, όπως τους "Εξαδάκτυλος" του Δημήτρη
Πουλικάκου, ηχογραφήσανε το δίσκο "Ζωντανά στο Κύτταρο", στον οποίο
μπήκε και ο εξαιρετικός "γερο-Μαθιός"...Το
δίδυμο είχε ετοιμάσει και κάποια άλλα τραγούδια, τα οποία, για άγνωστους
λόγους, δεν εκδόθηκαν ποτέ.
Το
1972 οι δύο νέοι ενώνονται με το δίδυμο των Ντάλλα(μπασίστας) και
Τσιλογιάννη(ντράμερ) στο συγκρότημα τους "Μπουρμπούλια", που μέχρι
τότε συνόδευε τον Διονύση Σαββόπουλο στις εμφανίσεις του...Ξεκινούν τις
εμφανίσεις στους στα κέντρα "Μαϊμού" και "Ενδέκατη
Εντολή",το οποίο για λόγους λογοκρισίας άλλαξε το όνομά του σε
"Πέμπτη Εποχή". Παράλληλα, ηχογραφούν δύο κομμάτια, την "Απογοήτευση"
και τον "Ντάμη τον Σκληρό", ο οποίος έγινε "Σκληρός" αντί
για..."Ληστής" και πάλι υπό τον φόβο της λογοκρισίας!!! Οι
"δύσκολοι" στίχοι του Παύλου, αλλά και το γεγονός πως το συγκρότημα
δεν έχει εντάξει τραγούδια από το ξένο ρεπερτόριο στις εμφανίσεις του, οδηγούν
στο να μην έχουν την αποδοχή που περίμεναν από τον κόσμο...Προσπαθούν να
ηχογραφήσουν έναν δίσκο με τραγούδια, όπως τον "Θάνατο του Βασιλιά Σαρδόνιου", μα δεν τα καταφέρνουν· προσπαθούν να
γράψουν σε βίντεο κάποια κομμάτια τους ώστε να παιχτούν στην εκπομπή του
Ν.Μαστοράκη "Δισκοθήκη για Νεολαία", μα απορρίπτονται από τους
λογοκριτές της εκπομπής· προσπαθούν να συνεργαστούν με τον Δ.Σαββόπουλο,
ο οποίος τους απορρίπτει, όντας θυμωμένος και με τα Μπουρμπούλια που αποφάσισαν
να κάνουν δική τους καριέρα, αλλά και με τον Παύλο που είχε απορρίψει δική του
πρόταση συνεργασίας παλιότερα..Οι συνεχόμενες αποτυχίες τους τους οδηγούν στη
Θεσσαλονίκη, όπου παρά την αποδοχή του κοινού,δεν αντέχουν από οικονομικής
άποψης και αποφασίζουν να διαλύσουν το συγκρότημα στα τέλη του 1973...Ο Παύλος
παραμένει στη Θεσσαλονίκη, παίζοντας ξένες κυρίως επιτυχίες στο κοσμικό κέντρο
"Ρέμβη", όμως, μετά από πιέσεις της οικογένειας του, κατηφορίζει και
πάλι προς την Αθήνα.
Το
1974 «η ροκ σκηνή δεν έχει νόημα ύπαρξης πλέον γιατί το πολιτικό τραγούδι
κυριαρχεί»,όπως είχε πει ο ίδιος ο Παύλος στην τελευταία του συνέντευξη στον
Rock FM,το 1990. Έτσι, λοιπόν, χωρίς μουσική διέξοδο και αφού δεν άντεξε να
δουλέψει στο εργοστάσιο του πατέρα του περισσότερο από λίγους μήνες,
"αναγκάζεται" να συνεργαστεί με τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Η
συνεργασία τους διήρκησε 3 χρόνια('74-'76), μέσα στα οποία βγήκαν τρεις δίσκοι
υπό την επιμέλεια του συνθέτη και την μικρή και μόνο τραγουδιστική συμμετοχή
του Παύλου.Στον πρώτο δίσκο «Θεσσαλικός
Κύκλος»(1974) ο
Παύλος συμμετέχει σε 4 τραγούδια(«Εισαγωγή - Τελάλης», «Το τηλέφωνο» , «Η
Βασίλω» και «Το Γράμμα»),στον δεύτερο δίσκο «Ανεξάρτητα»(1975) συμμετέχει μόνο στο σκωπτικό
τραγούδι «Τούμπου Τούμπου Ζα» και στον τρίτο ονόματι «Οροπέδιο»(1976) ερμηνεύει το «Δεν
ήρθα σαν ξένος»...Όπως αργότερα έχει πει,ο Παύλος δεν ένιωθε καθόλου καλά
με όσα έκανε τον καιρό που συνεργαζόταν με τον Μαρκόπουλο...Εκτός των ροκ
"νερών" του, ένιωθε εγκλωβισμένος σε μια κατάσταση, στην οποία όπως
είπε «δεν θα έμπαινα ποτέ αν ήμουν ήρεμος και είχα συνείδηση τι κάνω.Ήταν
μια εμπειρία,αυτό που λένε σύγχρονο ελληνικό τραγούδι, που δεν μου πρόσφερε
καμία συγκίνηση ή πολύ ελάχιστες»...Παρ'όλα αυτά, θα συνεργαστεί με τον
μουσικοσυνθέτη και μετά από μία δεκαετία, όπου θα ερμηνεύσει διάφορα τραγούδια
του, με αποκορύφωμα το εξαίσιο "Ηλεκτρικός Θησέας",
το οποίο τραγουδάει μαζί με τη Μαρία Φωτίου, σε στίχους του Δημήτρη
Βάρου..Στίχοι ανεξίτηλοι και διαχρονικοί...
Στα
τέλη του 1977, ο Παύλος επιστρέφει όσο πιο δυναμικά γίνεται στην ροκ με ένα
ηχηρό άκουσμα, που θα περάσει στην Ιστορία της ελληνικής μουσικής σκηνής...Έχει
έτοιμο το υλικό του για τον δίσκο "Φλου", αλλά όχι και
πρόσφορο,ακόμη, έδαφος για να το ηχογραφήσει...Συναντά-για καλή τύχη όλων
μας-τους "Σπυριδούλα", ένα συγκρότημα αποτελούμενο από τους αδερφούς
Σπυρόπουλους,τον Μπλαζή,τον Μουζακίτη και τον τραγουδιστή Κωστή Κουρεμένο.Το
συγκρότημα είχε πάρει το όνομά του από ένα τραγικό συμβάν της εποχής, την
φριχτή ιστορία ενός νεαρού κοριτσιού που είχε βασανιστεί με καυτό σίδερο.Το
συγκρότημα έψαχνε μια κατάλληλη φωνή και ο Παύλος ήταν ότι
καταλληλότερο...Αμέσως γίνεται η ψυχή του γκρουπ, τόσο με τις εμφανίσεις του
στα κλαμπ της εποχής, όπου ερμήνευε διασκευές τραγουδιών των Rolling Stones και
του Lou Reed, αλλά και δικά του κομμάτια, όσο και με την συνολική του
φυσιογνωμία ανάμεσα στους υπόλοιπους του συγκροτήματος...Την άνοιξη του 1978
ξεκινούν ηχογραφήσεις-ο Μπλαζής και ο Μουζακίτης αντικαθήσταντε από τους
Μαστρόκαλο και Φωτοδήμο,αντίστοιχα-στην εταιρία ΕΜΙ, με παραγωγό τον Θόδωρο
Σαράντη και συντονιστή τον Μάνο Ξυδούς. Ο δίσκος "Φλου" βγαίνει
το 1979 στα δισκοπωλεία, με τη συμμετοχή διάφορων μουσικών-φίλων του
συγκροτήματος, όπως για παράδειγμα εκείνη του Γιώργου Μαγκλάρα(βιολί) και της
Δήμητρας Γαλάνη στην "Ώρα του Stuff"...Δύο ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες για αυτό το
τραγούδι??? Πρώτον,η Δ.Γαλάνη δεν ήθελε να υπάρχει το όνομά της στους
συντελεστές του δίσκου, γιατί φοβόταν πως θα βλάψει την καριέρα της(είχε ήδη να
γίνεται γνωστή μέσω του Νέου Κύματος)...Δεύτερον, αυτή ήταν η πρώτη αναφορά σε
τραγούδι του Παύλου για τα ναρκωτικά, με τα οποία είχε ήδη κάνει την πρώτη του
"γνωριμία"...Γενικότερα, ο δίσκος πρόκειται για ένα πραγματικό
"διαμάντι" στα μουσικά δρώμενα της Ελλάδας και σίγουρα είναι ότι
καλύτερο έχει να προσφέρει η ελληνική ροκ σκηνή. Πούλησε πάνω από 10.000 αντίτυπα
όταν βγήκε, αριθμός ρεκόρ για ροκ δίσκο εκείνη την εποχή και ψηφίστηκε από το
περιοδικό Ποπ+Ροκ, το 1992, ως "το
καλύτερο άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής ροκ σκηνής."
Και
πιστέψτε με,αν νομίζετε πως η ψηφοφορία είναι...παλιά, τίποτα καλύτερο δεν
βγήκε μετά το 1992.......Μία δουλειά με γνήσιο, ωμό ροκ ήχο, ανθρώπους που
λατρεύουν αυτό που κάνουν-ακόμα κι αν δεν έχουν τις καλύτερες τεχνικές γνώσεις
πάνω σ'αυτό-σκληρά και ανεπανάληπτα σόλο από τα 2 αδέρφια και εκπληκτικές
ερμηνείες, γεμάτες πάθος και ευαισθησία από τον Παύλο. Εκτός αυτού, μιλάμε για
την πρώτη δουλειά στην μεταπολιτευτική και συντηρητική Ελλάδα, η οποία τόλμησε
να αναφερθεί σε θέματα όπως το αλκοόλ(μέσω του υπέροχου-υπαρκτού προσώπου και
Σαλονικιού- "Μπάμπη του Φλου"), τα ναρκωτικά που ανέφερα νωρίτερα, τον θάνατο,
αλλά και την κατάντια της κοινωνίας μέσω του "Το '69 με κάποιο φίλο",
του "Οι σοβαροί κλόουν" και του "Εν Κατακλείδι"...
Ποιος
θα φτιάξει μουσική συλλογή ελληνικών ροκ κομματιών και θα αφήσει εκτός τον
"Μπάμπη", το "Στην Κ.", το "Μου'πες θα φύγω"
ή το "Που να γυρίζεις" ???Δίσκος που αξίζει το κάθε δευτερόλεπτο που
ακούς...
Δυστυχώς,
δεν υπήρξε συνέχεια για το εγχείρημα "Σιδηρόπουλος+Σπυριδούλα", καθώς
μετά από έντονες τριβές ανάμεσα στα μέλη του συγκροτήματος,ο Παύλος αποφασίζει
να αποχωρήσει στα τέλη του 1979...Όπως αργότερα είπε ο ίδιος, ένας από τους
λόγους της αποχώρησης του ήταν το γεγονός πως τα μέλη της Σπυριδούλας ήθελαν το
γκρουπ να έχει σαφή Μαρξιστικό προσανατολισμό και σαφή πολιτική τοποθέτηση,
πράγμα με το οποίο διαφωνούσε....
Την
ίδια χρονιά, ο Παύλος δέχεται μια απρόσμενη πρόταση από τον Ανρέα Θωμόπουλο να
συμμετάσχει ως πρωταγωνιστής στη νέα του ταινία "Ο
Ασυμβίβαστος"..Ακόμα πιο απρόσμενα-για όσους τον γνώριζαν-ο Παύλος δέχεται
και ξεκινά τα γυρίσματα της ταινίας με συμπρωταγωνίστριές του την Μπέτυ Λιβανού
και την Βέρα Κρούσκα..Η ταινία παρέχει κάποια στοιχεία που μοιάζουν με την
πραγματική ζωή του Σιδηρόπουλου-έτσι πείστηκε να συμμετάσχει- δεν είναι όμως
μια κινηματογραφική βιογραφία του, όπως κάποιοι πιστεύουν...Μέσα στην ταινία
ακούγονται κάποια τραγούδια τα οποία έχουν αφήσει το στίγμα τους στην μουσική
ζωή του τόπου...Για παράδειγμα, το "Κάποτε θα'ρθουν",
σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη και στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, το "Μη μου μιλάς για τίποτα",το "Στον ύπνο μου" και το "Να μ'αγαπάς"
(και τα τρία σε στίχους/μουσική του Θωμόπουλου και όχι του Σιδηρόπουλου-όπως
πολλοί νομίζουν)...Μετά τον θάνατο του Παύλου, πολλά ραδιόφωνα ανακάλυψαν το
"Να μ'αγαπάς"...Και όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις,
πολλοί νέοι μεγάλωσαν με την εντύπωση πως το τραγούδι αυτό είναι γραμμένο από
τον Παύλο...Και όχι μόνο νόμιζαν-και νομίζουν- πως είναι δικό του, αλλά αν
ρωτήσεις "Τι ξέρετε για τον Σιδηρόπουλο;;;", οι περισσότεροι θα σου
απαντήσουν "είναι αυτός που έγραψε το Να μ'αγαπάς", πράγμα άδικο, όχι
μόνο για τον Θωμόπουλο που έγραψε αυτό το εξαίσιο κομμάτι, αλλά και για τον
ίδιο τον Παύλο...Είναι κρίμα για αυτόν τον τεράστιο καλλιτέχνη να
χαρακτηρίζεται από ένα τραγούδι που απλά ερμήνευσε και δεν δημιούργησε ο
ίδιος....Η προσωπική μου άποψη για το εγχείρημα αυτό είναι πως ο
"ροκάς" Παύλος Σιδηρόπουλος βρίσκεται έξω από τα νερά του, τραγουδά
κομμάτια που δεν είναι γραμμένα από τον ίδιο και δεν αντικατοπτρίζουν τον
χαρακτήρα του και χάνεται μέσα σε μία κατά τ' άλλα μέτρια ταινία.
Το καλοκαίρι του '79 ο Παύλος
συναντά τον κιθαρίστα Παπαντίνα (με μεγάλη πορεία την δεκαετία του '70) και
έχοντας κι οι δύο κοινές ροκ καταβολές και μεγάλη αγάπη για τους Rolling Stones ξεκινούν
να "τζαμάρουν" στο σπίτι του τελευταίου. Μαζί τους παίζουν,
φτιάχνοντας σιγά σιγά ένα γκρουπ, ο
Τόλης Μαστρόκαλος(παλιότερο μέλος της Σπυριδούλας), ο Στίλπων Νέστορας
(ρυθμική κιθάρα) και ο Τζίμης Τζιμόπουλος (τύμπανα). Ο τελευταίος προτείνει για
όνομα του γκρουπ το Art Associations
και παρ' όλο που ο Παύλος συμφωνεί με το νόημα του ονόματος, επιμένει να
ονομαστεί το γκρουπ με ελληνικό όνομα…Κι έτσι δημιουργείται η "Εταιρεία
Καλλιτεχνών". Παίζουν κομμάτια της δεκαετίας '55-'65, καθώς και δικά τους,
τα οποία, όμως, ποτέ δεν βγαίνουν στη δισκογραφία. Παίζουν σε clubs της εποχής
στην πλήρη μορφή του "sex,
drugs and rock'n'roll" κι οι δύο πιο αξιομνημόνευτες συναυλίες τους ήταν μία
στο Κιάτο Κορινθίας και μία στο Sporting.
Στην πρώτη ο "μύθος" λέει πως, επειδή η συναυλία δεν πήγε καλά και ο
μαγαζάτορας δεν είχε χρήματα για την αμοιβή τους, τους "πλήρωσε" με
μια σακούλα χασίς. Στην δεύτερη, μια εκρηκτική συναυλία του 1980, το γρουπ
κάνει μια εκπληκτική εμφάνιση με δικά του κομμάτια, αλλά και διασκευές γνωστών
ροκ τραγουδιών, όπως τα Knockin'
on Heaven's Door, Not fade away και
Walking the dog.
Παρ' όλο που το συγκρότημα αποκτά όλο και καλύτερη φήμη και γίνεται γνωστό,
ξαφνικά διαλύεται. Ο λόγος λέγεται πως είναι η επιμονή του Παύλου στον ελληνικό
στίχο, ενώ οι υπόλοιποι θέλουν να βάλουν ξένο στίχο, ακολουθώντας το νέο ρεύμα
της εποχής των 80's...
Μετά το τέλος της Εταιρείας Καλλιτεχνών, ο Σιδηρόπουλος συνεχίζει με διάφορα
σχήματα, αρχικά με τους Sharp Ties
κι εν συνεχεία, για πολύ λίγο με φίλους του μουσικούς, δημιουργώντας το γρουπ
Μουρμούρα. Όπως λέει και το μέλος του συγκροτήματος Νίκος Γιαννάτος σε
συνέντευξή του το 2011 «Η Μουρμούρα έπαιξε ένα καλοκαίρι στον
Φλοίσβο στο Φάληρο κι έκανε μερικές σποραδικές εμφανίσεις εδώ κι εκεί. Απ' ότι έλεγαν
ο Παπαντίνας και ο Μαστρόκαλος που μας είχαν ακούσει, παίζαμε καλά. Μετά ήρθε
πάλι η πρέζα, το γκρούπ διαλύθηκε και ο Παύλος έμεινε μόνος»…Παράλληλα, γράφει δύο συνθέσεις για τον
Σταύρο Λογαρίδη, τα "Superman" και "Κάποιος περνά", ενώ συμμετέχει στο τηλεοπτικό σήριαλ της
ΕΡΤ1 “Οικογένεια Ζαρντή”,
ερμηνεύοντας έναν οπιομανή αστό στις αρχές του αιώνα.
Εν συνεχεία, ο Σιδηρόπουλος βρίσκεται και πάλι σε αναζήτηση μουσικών,
μόνο που αυτή τη φορά ψάχνει για «νέους,
με καλή φυσική κατάσταση μουσικούς, γιατί παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στο να έχεις
όρεξη να δημιουργήσεις και όχι απλώς να ψάχνεις να βρεις χαμένες παιδικές
ευτυχίες! Η γενιά του '70 όσον αφορά το ροκ εν ρολ είναι τελειωμένη.»
Έτσι, βρίσκει τους Γαλανάκη, Πετρίδη, Αράπη και Σημηριώτη, ονομάζοντας
τους "Απροσάρμοστους". Παίζουν σε clubs, κυρίως στο Κύτταρο και, ενώ ο Παύλος έχει
βυθιστεί ακόμη περισσότερο στον κόσμο των ναρκωτικών, ξεκινούν την ηχογράφηση
του πρώτου τους δίσκου, σε στίχους και μουσική του ίδιου. Ο δίσκος αυτός-
"Εν Λευκώ" αποτελούσε τις σκέψεις του Παύλου, κυρίως περί ναρκωτικών. μαύρες σκέψεις που αποτυπώθηκαν τόσο στους
στίχους και τη μουσική του, όσο και στο ίδιο το εξώφυλλο του άλμπουμ, στο οποίο
απεικονίζεται, ως μια καρικατούρα, καθισμένος μπροστά σε ένα τραπέζι, γεμάτο με
τα "σύνεργα" της ηρωίνης. Ο δίσκος αντιμετώπισε πολλά προβλήματα όσον
αφορά τη λογοκρισία. Αρχικά, η δισκογραφική του εταιρεία του ζήτησε να αποσύρει
το εξώφυλλο του δίσκου, πράγμα που βέβαια δε δέχτηκε, καθώς ήταν αναπόσπαστο
κομμάτι του και στη συνέχεια του ζήτησε επίμονα να αποσύρει τα κομμάτια "Η" , "Underground με στρας" και "Η ύστατη στιγμή",
πράγμα που πάλι δε δέχτηκε, γιατί τότε θα χανόταν η νοηματική ροή του έργου
του. Όταν, βέβαια, κυκλοφόρησε το άλμπουμ, απαγορεύτηκε από τις αρχές να
μεταδίδεται από ραδιόφωνα και τηλεοράσεις, με την κατηγορία "προτροπή της νεολαίας στα ναρκωτικά
και προσβολή της δημοσίας αιδούς". Παρ' όλο που ο Σιδηρόπουλος ήταν
ευχαριστημένος με το περιεχόμενο του άλμπουμ, είχε μικρή απήχηση στον κόσμο.
Έτσι, το συγκρότημα συνέχισε να πραγματοποιεί μερικές εκπληκτικές
συναυλίες-μπροστά σε μικρό, μα φανατικό κοινό-ώσπου να διαλυθεί, για δύο μόλις
χρόνια. Κατά την περίοδο του χωρισμού τους, ο Παύλος κατηγορεί τα μέλη των
Απροσάρμοστων πως "αφού μάθανε όσα
θέλανε και δέθηκαν, θεώρησαν τους εαυτούς τους φίρμες. Έτσι, κάποια στιγμή, με
είπαν αυταρχικό, απόλυτο κλπ. Μετά από αυτά, διέκοψα κάθε επαφή μαζί τους. Μόνο
ο Βασίλης Πετρίδης, ένας πραγματικός γνώστης της κιθάρας, ήρθε τελικά μαζί
μου". Τότε, ο Παύλος μαζί με τους BUM(Blue United Musicians) τραγουδά μερικά τραγούδια blues, που τόσο του άρεσαν, παρ' όλο που δεν
μπορούσε να ταυτιστεί απόλυτα με τον πόνο και την μελαγχολία που έβγαζαν
καλλιτέχνες όπως ο Muddy Waters και ο Howlin'Wolf.
Τελικά, όμως, οι Απροσάρμοστοι τα ξαναβρίσκουν με τον Παύλο και μένουν
μαζί του μέχρι το τέλος.Μπαίνουν, λοιπόν, στο studio, για την ηχογράφηση του "Zorba the Freak", ενός δίσκου με παραγωγή Δ.Πουλικάκου
και τη συμμετοχή πολλών μουσικών-φίλων του Παύλου (Πολίτης, Σκουτάρης,
Γιοκαρίνης, Lynch, Αριάδνη MacKinnon κ.ά.). Κυκλοφορεί στα μέσα του '85, με πολλές επιτυχίες, όπως το
αναρχικό "Άντε και καλή τύχη μάγκες", το -αφιερωμένο στον
Μ.Θεοδωράκη- "Μίκυ Μάου(ς)" και το "R'n'R στο κρεβάτι". Επίσης, περιείχε το πρώτο
τραγούδι με αγγλικούς στίχους σε δίσκο του Παύλου, το "Clown", ενώ είχε και μια νέα εκτέλεση της
παλιότερης επιτυχίας του "Το '69". Ο δίσκος γνωρίζει μεγάλη επιτυχία
και οι συναυλίες που ακολουθούν έχουν μεγάλη ένταση, πάθος και συμμετοχή από το
κοινό. Συναυλίες σε clubs,
σε μεγάλους συναυλιακούς χώρους, συναυλίες σε διαμαρτυρίες, ακόμα και συμμετοχή
στην Μπιενάλε της Βαρκελώνης κ.ά. Μία από τις πιο αξιομνημόνευτες συναυλίες των
"Σιδηρόπουλος+Απροσάρμοστοι" ήταν εκείνη στον Πειραιά, το '85. Κατά
τη διάρκεια του "Welcome to the show", απρόσκλητα, μερικές μεταμφιεσμένες
κοπέλες ανέβηκαν στη σκηνή και άρχισαν να κάνουν στριπτίζ. Σκηνές απείρου
κάλους εκτυλίχθησαν, με το κοινό να παραληρεί, τον δήμαρχο του Πειραιά να τραβά
τον Παύλο από το παντελόνι για να σταματήσει το τραγούδι και τους αστυνομικούς να κυνηγούν τις κοπέλες, οι
οποίες, τελικά, φυγαδεύτηκαν από το πλήθος. Παράλληλα με τις συναυλίες, ο
Παύλος συμμετέχει στο soundtrack της ταινίας "Νοκ
Άουτ", ερμηνεύοντας τα τραγούδια "Νοκ Άουτ" και "Φέρε Βότκα", ενώ το 1987 εμφανίζεται η πρώτη συλλογή γνωστών τραγουδιών του, σε
επιμέλεια Μάνου Ξυδούς. Επίσης, συνεργάζεται για ακόμη μία φορά με τον Γ.
Μαρκόπουλο, ερμηνεύοντας τα "Μάθε το ζήτω", "Παπαντόπ" και το εκπληκτικό και διαχρονικό "Ηλεκτρικός Θησέας".
Θέλοντας να αποτυπώσει την απίστευτη ατμόσφαιρα των συναυλιών του με
τους Απροσάρμοστους, ο Σιδηρόπουλος αποφασίζει να ηχογραφήσει μία συναυλία, με
την επιμέλεια του φίλου του Πάνου Ηλιόπουλου. Έτσι το Φλεβάρη του '89 στη
μουσική σκηνή Μετρό, ηχογραφείται για πρώτη φορά συναυλία του Παύλου
Σιδηρόπουλου, σε ένα άλμπουμ κακοφτιαγμένο, με άσχημη ακουστική, αλλά και με
μέτρια απόδοση από τα μέλη της μπάντας. Άλμπουμ, το οποίο έμελλε να είναι και
το τελευταίο για τον μεγάλο της ελληνικής ροκ.
Αξίζει εδώ να αναφέρουμε για ακόμη μια φορά και πιο εκτενώς, την αγάπη
του Παύλου για την συγγραφή. Υπήρξε ένας άνθρωπος που όπου έβρισκε λευκό χαρτί
κάτι θα έγραφε. Είτε στίχο, είτε ποίημα, είτε μια απλή σκέψη. Όπως έχει πει ο
ίδιος, μεγάλη επιρροή άσκησε πάνω του το κίνημα της αμερικανικής beat λογοτεχνίας, κυρίως λόγω του Ginserbearg, καθώς κι εκείνο της rock subculture, με κύριο εκφραστή της τον Lou Reed. Επίσης, αγάπησε τους Έλληνες Αναγνωστάκη,
Σεφέρη, Ελύτη, Σινόπουλο, Καρούζο κλπ. Τέλος, ο ίδιος αναφέρει ως μεγάλη
επιρροή τον Δ. Σαββόπουλο, καθώς ήταν ο μόνος που εξέφρασε ανοικτά τις υποψίες
του για το κοινωνικό περιβάλλον στην Ελλάδα, πράγμα που θαύμασε. Τέλος και για
να δείξω πόσο σημαντική ήταν η συγγραφή στη ζωή του, παραθέτω τα λόγια του
ίδιου σε συνέντευξή του στο ΗΧΟΣ&Ηi-Fi, όπου λέει "Νιώθω περισσότερο στιχουργός, παρά
μουσικός".
Από την ηλικία των 31, ο Παύλος μπαίνει στον κόσμο των ναρκωτικών,
πιστεύοντας πως είναι τόσο δυνατός, που τίποτα δεν μπορεί να τον καταβάλει.
Συχνά προσπαθεί-μόνος του-να αποτοξινωθεί, όμως δεν τα καταφέρνει. Την άνοιξη
του 1990 χάνει την μητέρα του, την οποία και λάτρευε, κάτι που τον σπρώχνει σε
ακόμη μεγαλύτερη μελαγχολία. Αποφασίζει να ξεκόψει από τα ναρκωτικά και το
καλοκαίρι του '90, πηγαίνει στη Νάξο για αποτοξίνωση και όταν γυρνά-τον
Αύγουστο- ξεκινά συναυλίες, συνεντεύξεις και ηχογραφήσεις με τους
Απροσάρμοστους. Ο ίδιος λέει για την ηρωίνη "Θέλω μάλιστα να πω στους πιτσιρικάδες πως δεν
υπάρχει κανένας απολύτως, μα κανένας λόγος να δοκιμάσουν ηρωίνη.] Η ηρωίνη
είναι κάτι που σε εκμηδενίζει. Είναι δηλαδή ένας μύθος, μια μπούρδα". Όμως, στις 18 Αυγούστου στο Περιφερειακό
Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών, οι γιατροί του μιλούν για ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα
στο χέρι του - "πάρεση βραχιόνιου αριστερού πλέγματος"- γεγονός που
δεν του επιτρέπει να παίζει την αγαπημένη του κιθάρα και επιδεινώνει την ήδη
πολύ κακή του ψυχολογία και πιθανότατα τον ρίχνει πάλι στα δίχτυα της ηρωίνης.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των φίλων του-Αράπη και Ηλιόπουλου- ο Παύλος ήταν σε
έξαλλη κατάσταση το βράδυ της 5ης Δεκεμβρίου. Μαλώνει με τα μέλη της μπάντας
και φεύγει σαν τρελός και πάει να περάσει τη νύχτα στο σπίτι μιας γνωστής του
στον Νέο Κόσμο. Αργά το βράδυ πέφτει σε κώμα και τα ξημερώματα της 6ης
Δεκεμβρίου του 1990 αφήνει την τελευταία του πνοή σε ηλικία 41 ετών. Ο θάνατος
του σοκάρει τους γνωστούς και φίλους του, καθώς όλοι πίστευαν πως είχε
τελειώσει με τα ναρκωτικά. Εκείνα, όμως, τον "νίκησαν". Κηδεύτηκε
στις 10/12/90, ενώ πλήθος απλού κόσμου, αλλά και όλοι οι φίλοι και συνεργάτες
του μαζεύτηκαν να του πουν το τελευταίο αντίο. Λίγες μέρες αργότερα, οι
Απροσάρμοστοι πραγματοποιούν μια συναυλία-φόρο τιμής στον "Φίλο και δάσκαλό τους". Όπως γράφει η εφημερίδα
"Ελευθεροτυπία" στο πρωτοσέλιδό της στις 8 Δεκεμβρίου "Ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο μοναχικός
τραγουδοποιός του ελληνικού ροκ, παραιτήθηκε από τη ζωή, σε μια μοιραία
συνάντηση με τον "λευκό θάνατο. Ήταν μόλις 41 χρονών".
Μετά τον θάνατό του, οι Απροσάρμοστοι μαζεύτηκαν για να ολοκληρώσουν το
τελευταίο έργο του Παύλου. Ένα άλμπουμ που δεν πρόλαβε να βγάλει στην
κυκλοφορία. Μαζί με διάφορους μουσικούς, όπως τους Χ&Π. Κατσιμίχα, τον
Γιοκαρίνη και τον Γιάννη Αγγελάκα μπαίνουν στο studio και 6 μήνες μετά κυκλοφορεί το "Άντε και καλή τύχη μάγκες", με
ένα σημείωμα στην πίσω όψη που ευχαριστούσε τους θαυμαστές του γκρουπ για την
πολύτιμη ζεστασιά τους και που τελείωνε με τη φράση "Άντε και καλή τύχη
μάγκα"…Όλα τα τραγούδια ήταν γραμμένα από τον Παύλο, ο οποίος πρόλαβε να
ηχογραφήσει μόνο τα "Πες μου αν θέλεις κάτι", "Ετούτη η πόλη", "Ερωτικό" και "Απροσάρμοστοι". Ο Γ.Αγγελάκας
ερμηνεύει το "Ο χαφιές", οι Κατσιμιχαίοι το πολιτικό "Αυτοί μιλάν" και ο Γιοκαρίνης το "Αν ήσουν φίλος". Τέλος, τα μέλη των
Απροσάρμοστων ερμηνεύουν το "Άσ'την καρδιά σου".
Για χρόνια από τον θάνατό του, ο μύθος και το όνομα του Παύλου
Σιδηρόπουλου γίνονται μεγαλύτερα και οι πωλήσεις των δίσκων του μεγαλώνουν,
αναγκάζοντας την ΕΜΙ να επανακυκλοφορήσει ΌΛΑ τα LP που δημιούργησε. Η ΜΒΙ, το 1992, εμφανίζει παλιές και ανέκδοτες
ηχογραφήσεις του Σιδηρόπουλου, σε έναν δίσκο με τον υπέροχο τίτλο "Τα μπλουζ
του Πρίγκηπα". Ένας δίσκος με τραγούδια που ο Παύλος είχε ηχογραφήσει την
δεκαετία του '80 και καμία εταιρεία-τότε-δεν ήθελε να αναλάβει. Βαριά κομμάτια,
ένας υπέροχος συνδυασμός ρεμπέτικου με blues, δύο είδη που επηρέασαν βαθύτατα τον Σιδηρόπουλο.
Το LP, χωρισμένο σε δύο-την
μαύρη και τη λευκή-πλευρές περιέχει κομμάτια όπως "Το μπλουζ του Ρουμπόλα",
"Το μπλουζ του Αϊ Ονούφρη" και τα εκπληκτικά "Το μπλουζ του Αποχωρισμού" και "Τα σιγανά ποτάμια"κ.ά.
Το '94, εμφανίζονται παλιές μαγνητοταινίες με συνεντεύξεις του Σιδηρόπουλου,
καθώς και 2 τραγούδια των Rolling Stones διασκευασμένα από τον ίδιο ( τα "Brown Sugar" και "Street fighting man"). Επίσης, περιέχονται 11 ηχογραφήσεις
κομματιών από την περίοδο '86-'89 στα clubs Μετρό και Ροντέο.
Το ίδιο έτος κυκλοφορεί και το άλμπουμ "Η Φαντασία στην Εξουσία",
σε συνθέσεις του Πάνου Ηλιόπουλου και Στέλιου Βαμβακάρη(γιος του ρεμπέτη Μάρκου
Βαμβακάρη), όπου ο Παύλος ερμηνεύει το ομώνυμο κομμάτι-μία φορά μόνος του και μία
με τους υπόλοιπους συντελεστές- και το "Αμετανόητος".
Έτσι, την δεκαετία του 1990 χτίζεται ένας μύθος γύρω από το όνομα
"Παύλος Σιδηρόπουλος", το οποίο-όχι άδικα- διατηρείται έως σήμερα. Πολλά
γκρουπ γεννιούνται μέσα από την αγάπη των συντελεστών τους για τον Παύλο και η
ροκ σκηνή στην Ελλάδα ανθίζει. Ο άλλοτε περιθωριακός γίνεται ο πατέρας της ροκ.
Τι ήταν τελικά?? Μα και τα δύο…Περιθωριακός και δύσκολος, εθισμένος στην
ηρωίνη και δυσνόητος. Μα συνάμα, μεγάλος καλλιτέχνης, ανήσυχος ροκάς, ακούραστος
ταξιδευτής των ψυχών μας σε μέρη που δεν ξέραμε πως η μουσική μπορεί να μας πάει.
Καλή τύχη, λοιπόν, όπου κι αν είσαι, μάγκα…Και καλή τύχη και σ' εμάς, με
τα τέρατα που μείναμε να παλεύουμε, χωρίς την "προστασία" ενός ροκά
ανυπότακτου Παύλου…