Πολλές φορές, οι άνθρωποι "προσφέρουν" απορίες, τις οποίες δε φανταζόσουν ότι έχεις. Όχι, δε ρωτάνε και σε κάνουν να σκεφτείς, φέρονται και σε κάνουν να απορείς. Όπως αναφέρει ο Κορνήλιος Καστοριάδης στη Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας : «Έχουμε το δικαίωμα να φαντασθούμε τα πάντα σχετικά με τις μεταμορφώσεις των θεσμών της κοινωνίας· όχι όμως αυτό το ασυνάρτητο πλάσμα, ότι η είσοδος της ψυχής στην κοινωνία θα μπορέσει ποτέ να γίνει ανέξοδα. Το άτομο δεν είναι καρπός, έστω τροπικός, είναι δημιουργία και θεσμός της κοινωνίας»
Η απορία συνήθως γεννάται με την οπτική επαφή, με τη συζήτηση, ή σε σπανιότερες περιπτώσεις από τη "φαντασιακή θέσμιση μιας συζήτησης". Συνήθως ξεκινάει με τις λέξεις "πως γίνεται να..." και τελειώνει με βλέμμα απογοήτευσης ως προς τη ρητορικότητα της.
Η αλήθεια, τείνω να σιγουρευτώ, δεν είναι αντικείμενο αναζήτησης της μεγαλύτερης μερίδας του πληθυσμού. Ίσα ίσα, η αποδεδειγμένα ανόητη βεβαιότητα γίνεται γνώρισμα μικρών, μεγάλων, γέρων και τρελών. Το πρόβλημα δεν έγκειται στο γεγονός ότι εγώ είμαι βέβαιος για το Α. Το πρόβλημα είναι πως δεν έχω γνώση ως προς το ΠΩΣ έγινα βέβαιος για το Α. Μου το μάθανε οι γονείς μου; Μου το διδάξανε στο σχολείο; Μου το έμαθε η κοινωνία ή όπως ποιητικά λέγεται από τους "γνώστες της", μου το έμαθε η ζωή; Η ειλικρινής μου απορία ξεκινάει εκεί. Πως γίνεται να μη σε νοιάζει το πως; Πως γίνεται να μη ξέρεις ότι είσαι δημιούργημα των άλλων; Ένας θεσμός της κοινωνίας σε διαφορετικές εκφάνσεις σου. Πότε παιδί με τις απαραίτητες ανάγκες γνώσεων και υποχρεώσεων, πότε ενήλικας με τις απαραίτητες ανάγκες γνώσεων και υποχρεώσεων, πότε γέρος με τις υποχρεώσεις σου (κανείς δε θέλει πια να σου διδάξει), πότε νεκρός.
Το δεύτερο σκέλος της απορίας έρχεται να καλύψει το αναμενόμενο κενό της βεβαιότητας της άποψης. Παρ'όλα αυτά, είναι εύκολα επεξηγήσιμο, εάν κάποιος δεχτεί ως λογική τη βεβαιότητα ενός που δε σκέφτεται το πως. Εάν δε σκεφτώ ποτέ πως άρχισα να πιστεύω στο Α, όχι απλώς δε θα το αμφισβητήσω, αλλά θα το κάνω κτήμα μου τόσο έντονα, που θα το υποστηρίζω με την ίδια μου τη ζωή, την ίδια μου την υπόσταση. Ακόμα κι αν πρόκειται να το κάνω μόνο στα λόγια(εκεί είμαστε καλοί εξάλλου). Όταν λέω για αμφισβήτηση περί των πως, εννοώ βαθύτερη κατανόηση της διαδικασίας απόκτησης γνώσεων από παιδική ηλικία. Η διαδικασία αυτή, όχι απλώς περιελάμβανε λάθη που τα θεωρούμε θέσφατα, αλλά περιελάμβανε και ανθρώπους που θεωρούμε αλάθητους και υπήρξαν "μαθητές" άλλων κ.ο.κ. , υποθετικά γυρνώντας μέχρι την εποχή που ο καθένας βολεύεται να θεωρήσει "γένος" του. Η συγγένεια των απόψεων με την κοινωνία δεν είναι δεύτερου ή τρίτου βαθμού, είναι συγγένεια α' βαθμού εξ'αίματος της μαμάς-κοινωνίας και του παιδιού-άποψης.
Η ισχυροποίηση της βεβαιότητας έναντι της αμφιβολίας είναι μία από τις σημαντικότερες αιτίες προσκολλημένων αντιλήψεων περί των πάντων και κυρίως είναι η σημαντικότερη αιτία της εξωφρενικά αργής ανάπτυξης της κοινωνίας ως προς την αντιμετώπιση ίσου προς ίσο. Η μελέτη του ατόμου ανεξάρτητου της κοινωνίας στην οποία διαμορφώνει και διαμορφώνεται, θα έκανε τον Καστοριάδη του 1975 (τότε που γράφτηκε η Φαντασιακή Θέσμιση) να κλάψει από ντροπή για το πως τα λόγια του παραμένουν τόσο καίρια αλλά και τόσο "φιλοσοφικά" ως προς την αναζήτηση της αλήθειας. Η Αριστοτελική αντίληψη της επί πληρωμής δουλειάς-δουλείας, καθώς και η Jacque Fresco-ική αντίληψη περί κοινωνικο-οικονομικής στασιμότητας, σε αντίθεση με τις προηγμένες τεχνολογίες που απολαμβάνουμε, είναι το κυρίως πιάτο σε όποιου είδους συνοδευτικό έχουμε να τοποθετήσουμε στο πιάτο του καθενός, είτε είναι η θεϊκή παρουσία στη ζωή του, είτε η εκλογίκευση των παραλόγων που συμβαίνουν καθημερινά γύρω του.
Σχεδόν τίποτα δε θα μπορέσει να διορθωθεί ολοκληρωτικά προτού η κοινωνική συλλογικότητα αποφανθεί υπέρ του εαυτού της και εναντίον του καπιταλιστικού alter ego της.
Η ανοικοδόμηση μιας κοινωνίας, τόσο ενδοσκοπικά καταστροφικής και διαχρονικά αδιάφορης για αυτοβελτίωση, είναι ένα έργο όχι απλώς δύσκολο, αλλά σχεδόν Ουτοπικό.
Αλλά, «Αν δεν πιστεύεις ότι θα αλλάξουμε τον κόσμο, τότε σίγουρα δεν είσαι σε αυτούς που θα τον αλλάξουν.» Jacque Fresco